Ο κίνδυνος… μακροζωίας και το έλλειμμα της ασφαλιστικής αγοράς

Την ώρα που το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σχεδόν ένα έτος ανά τετραετία, εκλείπουν από την ασφαλιστική βιομηχανία προγράμματα ισόβιας σύνταξης. Οι λόγοι που εξηγούν το μεγάλο κενό και η ανάγκη να βρεθεί μια νέα ισορροπία.

Η θεωρία της σύγχρονης ιδιωτικής ασφάλισης, από τότε που εμφανίστηκε τον 17ο αιώνα, βασίζεται στην απλή ιδέα και αρχή ότι η ασφάλιση είναι ένας μηχανισμός μέσα από τον οποίο μειώνονται, περιορίζονται, ακόμα και εξαφανίζονται οι οικονομικές συνέπειες από την επέλευση κινδύνων που απειλούν τη ζωή και την περιουσία των ανθρώπων. Στην ασφαλιστική εταιρεία, που διαθέτει τεχνογνωσία στη συλλογική ανάληψη και διαχείριση των κινδύνων αυτών, εμπιστεύεται ο άνθρωπος τη συμμετοχή στο δυσμενές οικονομικό αποτέλεσμα που επιφέρει η επέλευσή τους.

Για παράδειγμα, μια φωτιά που καταστρέφει μια επιχείρηση δημιουργεί ένα μεγάλο οικονομικό βάρος στον ιδιοκτήτη της. Αν η επιχείρηση είναι ασφαλισμένη σωστά, ένα σημαντικό τμήμα αυτού του βάρους το αναλαμβάνει η ασφαλιστική εταιρεία. Το αποτέλεσμα είναι ότι η επιχείρηση βρίσκει τα χρήματα να ξαναστηθεί και να λειτουργήσει πάλι, κάτι που μάλλον θα ήταν αδύνατο αν τις οικονομικές συνέπειες της καταστροφής της αναλάμβανε μόνος του ο ιδιοκτήτης της.

Είναι προφανές ότι η ασφάλιση σε αυτές τις περιπτώσεις αποτελεί εξαιρετικά πολύτιμο εργαλείο κατανομής και διαμοιρασμού των υπαρκτών κινδύνων και μέσο αντιμετώπισης μικρότερων ή μεγαλύτερων, ακόμα και καταστροφικών συνεπειών.

Στις ασφάλειες ζωής, ο βασικός κίνδυνος που καλείται να μοιραστεί ο καταναλωτής μέσω της προσφυγής στην ασφάλιση είναι βιομετρικός κίνδυνος. Οι συνέπειες από την επέλευσή του είναι και εδώ οικονομικές, όπως για παράδειγμα η έκθεση σε πολλαπλές υποχρεώσεις και η απώλεια των εισοδημάτων της οικογένειας από τον θάνατο ενός ανθρώπου. Ή οι σημαντικές δαπάνες για την αντιμετώπιση ενός σοβαρού προβλήματος υγείας ή ενός ατυχήματος που προκαλεί αδυναμία για εργασία και επομένως πρόσκαιρη ή μονιμότερη διακοπή του εισοδήματος. Σε όλες αυτές και πολλές άλλες περιπτώσεις, η ιδιωτική ασφάλιση έρχεται να μετριάσει τις επώδυνες οικονομικές συνέπειες και επομένως να βοηθήσει αυτούς που τις υφίστανται.

Άφησα επίτηδες για μια ειδική αναφορά την ασφάλιση απέναντι στον κίνδυνο της μακροζωίας, στον κίνδυνο δηλαδή να ζήσει κάποιος πολύ μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που οι διαθέσιμοι πόροι του μπορούν να χρηματοδοτήσουν. Για την απλότητα, συνηθίζουμε να αποκαλούμε αυτές τις ασφαλίσεις με τον όρο «συνταξιοδοτικά προγράμματα».

Η βελτίωση της ποιότητας ζωής, η τεράστια πρόοδος της ιατρικής επιστήμης, η επανάσταση των τελευταίων ετών στη βιολογία και τη γενετική και η διείσδυση της τεχνολογίας στις επιστήμες υγείας, έχουν ως αποτέλεσμα τη θεαματική αύξηση του στατιστικού προσδόκιμου ζωής των ανθρώπων.

Στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών, το προσδόκιμο επιβίωσης αυξήθηκε σχεδόν κατά 7-8 χρόνια, δηλαδή ο μέσος άνθρωπος «κέρδισε» παραπάνω ζωή, με όρους στατιστικής προσδοκίας, ένα σχεδόν χρόνο κάθε τέσσερα χρόνια. Είναι δε σήμερα κοινός τόπος ότι η συνεχής έρευνα στη γενετική, η αποκωδικοποίηση του DNA, η ασφαλής πρόβλεψη ασθενειών και η παραγωγή και χρήση ακόμα και εξατομικευμένων φαρμάκων και θεραπειών, θα συνεχίσουν να αυξάνουν το προσδόκιμο ζωής, ενώ δεν βρισκόμαστε μακριά, κατά τους επιστήμονες, από την εποχή που το προσδόκιμο στη γέννηση θα ξεπερνά τα 100 χρόνια.

Τα νέα είναι λοιπόν καλά από την επιστήμη. Στο οικονομικό πεδίο όμως, η επιμήκυνση της ζωής των ανθρώπων συνεπάγεται σαφώς υψηλότερες δαπάνες, λόγω του κόστους που θα απαιτεί η πρόσβαση στις θεραπείες και στα φάρμακα και μάλιστα για σημαντικά περισσότερο χρονικό διάστημα. Ουσιαστικά πλησιάζουμε στην εποχή που στατιστικά το 20%-25% της συνολικής ζωής ενός ανθρώπου θα αφορά το διάστημα της συνταξιοδότησής του, το διάστημα δηλαδή που δεν θα έχει εισόδημα από την εργασία του. Όταν το ποσοστό αυτό ήταν στατιστικά 12%-15%, μόλις πριν από 25-30 χρόνια.

Δίκαια λοιπόν, η παγκόσμια κοινότητα θεωρεί ήδη σήμερα και πολύ περισσότερο στο κοντινό μέλλον, τον κίνδυνο της μακροζωίας ίσως τον πιο σημαντικό κίνδυνο στον οποίο εκτίθεται η ανθρώπινη ζωή. Ακούγεται παράδοξο. Είναι όμως αλήθεια, αν αναλογιστεί κανείς τις οικονομικές του συνέπειες τόσο στο επίπεδο των κοινωνικών συστημάτων όσο και σε αυτό των ιδιωτικών συστημάτων ασφάλισης.

Η κλασική συνταγή της μακροχρόνιας και συστηματικής αποταμίευσης «για τα γηρατειά» δεν είναι από μόνη της επαρκής για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου. Και αυτό γιατί οποιαδήποτε πρόβλεψη για τη διάρκεια αντοχής ενός κεφαλαίου που σχηματίζει κάποιος από την αποταμίευση αυτή όταν συνταξιοδοτηθεί, είναι επισφαλής λόγω των εξελίξεων στο προσδόκιμο ζωής. Αν λοιπόν κάποιος που έχει κάνει εξαιρετικά καλά τους λογαριασμούς του και έχει για μια ζωή αποταμιεύσει ή επενδύσει για τα γηρατειά, αισθάνεται άνετα για την κατανάλωση του κεφαλαίου π.χ. για 15 χρόνια, μπορεί να βρεθεί στην ευχάριστη μεν κατάσταση να ζήσει πολλά περισσότερα αλλά στη δυσάρεστη κατάσταση να τα ζήσει με πολύ περιορισμένους πόρους.

Δυστυχώς, δε, με τα σημερινά ισχύοντα, αυτόν τον μεγάλο «κίνδυνο μακροζωίας» δεν μπορεί να τον μοιραστεί με τις ασφαλιστικές εταιρείες. Η εφαρμογή του πανευρωπαϊκού καθεστώτος φερεγγυότητας για τις ασφαλιστικές, σε εφαρμογή εδώ και κάμποσα χρόνια, τις έχει σαφώς αποθαρρύνει από την ανάληψη του κινδύνου της μακροζωίας. Και αυτό γιατί το αυστηρό αυτό καθεστώς απαιτεί τη συνεχή βέλτιστη εκτίμηση των μελλοντικών κινδύνων και κατά συνέπεια απαιτεί -όταν αυτοί αυξάνονται- να ενισχύονται τα κεφάλαια των ασφαλιστικών, ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται σε αυτούς του κινδύνους.

Σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι εξαιρετικά σπάνια σήμερα ή και ανύπαρκτη ακόμα η δυνατότητα να εγγυηθεί μια ασφαλιστική εταιρεία «ισόβια σύνταξη», δηλαδή την καταβολή ενός σταθερού ποσού όσο διαρκέσει η ζωή του ασφαλισμένου της. Αντ’ αυτού είθισται και προτιμά να δίνει τη δυνατότητα εφάπαξ λήψης του κεφαλαίου, ή έναντι αυτού να εγγυάται καταβολές ορισμένου χρόνου, που μπορεί όμως να αποδειχθεί λιγότερος από τη διάρκεια της ζωής, ή να εγγυάται καταβολές για μια 5ετία, με το δικαίωμα της αναθεώρησης του ποσού για την επόμενη κ.λπ.

Η κατάσταση αυτή, της έλλειψης δηλαδή προϊόντων εγγυημένης αντιμετώπισης του κινδύνου της μακροζωίας, δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα που θα γίνεται ακόμα πιο σοβαρό όσο αυξάνεται το προσδόκιμο. Ουσιαστικά, στην περίπτωση αυτή, η ασπίδα προστασίας της ιδιωτικής ασφάλισης απέναντι στον κίνδυνο της μακροζωίας, δεν υπάρχει και ο πολίτης καλείται κατά συνέπεια να τον αναλάβει εξ ολοκλήρου μόνος του.

Η ασφαλιστική αγορά στην περίπτωση αυτή έχει ένα μεγάλο κενό. Δεν έχει ακόμα βρει τις τεχνικές, τα εργαλεία και τα προβλεπτικά μοντέλα να εγγυάται τη μακροζωία ή, πιο σωστά, υποκύπτει στις αυστηρές προδιαγραφές φερεγγυότητας και απομακρύνεται από τον βασικό ρόλο της, που δεν είναι άλλος από την ανάληψη και διαχείριση των κινδύνων. Πολύ περισσότερο, δε, όταν μιλάμε για κίνδυνο που εξελίσσεται σε μείζονα κίνδυνο που θα αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι.

Η εμπορική πρόταση της ασφαλιστικής βιομηχανίας στον πολίτη να αποταμιεύει τα παραγωγικά χρόνια για να μπορεί να υποστηρίξει τις απαιτήσεις της ζωής στα χρόνια του γήρατος είναι σαφέστατα ελλιπής, όταν η ίδια δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα καταβάλλει σταθερή πρόσοδο στον πολίτη όσο ζει. Με την έννοια αυτή, η ασφαλιστική βιομηχανία χάνει το βασικό της ανταγωνιστικό πλεονέκτημα -του μηχανισμού κάλυψης κινδύνων- και αυτο-υποβιβάζεται σε διαχειριστή αποταμιεύσεων και επενδύσεων, τομέας στον οποίο δεν έχει να επιδείξει κάποιο ειδικό βάρος σε σχέση με μια τράπεζα ή μια εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων.

Μεταξύ των σωστών κανόνων κεφαλαιακής επάρκειας και της μεγάλης ανάγκης αντιμετώπισης του κινδύνου της μακροζωίας, πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία που θα επιτρέψει στις ασφαλιστικές εταιρείες να επιστρέψουν σε αυτόν τον τομέα ασφάλισης. Όσο δεν το κάνουν, η καθαρά ασφαλιστική τους υπόσταση θα περιορίζεται και θα είναι ευάλωτες σε ανταγωνιστές που γνωρίζουν ίσως καλύτερα και εξειδικεύονται στη διαχείριση των επενδύσεων.

Το χειρότερο όμως είναι ότι ο πολίτης θα πρέπει να αναλαμβάνει έναν εξαιρετικά υψηλό κίνδυνο αποκλειστικά μόνος του.

Αναδημοσίευση από το euro2day της 14/4/2021

Scroll to Top

ΚΑΝΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ

Χρειάζονται μόνο 3 λεπτά από το χρόνο σου